Η ηθοποιός και σκηνοθέτιδα μιλά για το «Αγόρι μέσα στο σπίτι» που ανεβαίνει στη γειτονιά μας
Με τους συντελεστές του «Θεάτρου του άλλοτε» μας δένει μια συγγένεια περίεργη. Πρόσφατα τους απολαύσαμε στον “Κάτω κόσμο”, όπου έπαιζε και η Αννα Μαρία, από τις βασικές μας σερβιτόρες στο Σάρωθρον. Επειτα, η Μαρία Ράπτη και η Βαρβάρα Δουμανίδου έχουν ξημερωθεί δεκάδες βραδιές στο μαγαζί μας εκείνα τα ωραία, ρομαντικά χρόνια του έντεχνου τραγουδιού (τα περισσότερα στον προηγούμενο αιώνα) αλλά και τώρα, συχνά πυκνά θα τις δεις να απολαμβάνουν το ρεπό τους ακούγοντας μουσικές στη γωνιά του μπαρ ή σε κάποιο απόμερο τραπέζι…
Να προσθέσω πως κι ένας αγαπημένος τους χώρος, το «Μπενσουσάν Χαν», είναι στα 50 μέτρα από μας, στην επάνω πλευρά στα Λαδάδικα, στο ύψος της Κατούνη… Τι διάολο, συμπαντικό θα είναι, κάτι μάς ενώνει με το θέατρο, με το «Αλλοτε», με τους ανθρώπους που κάνουν την αγάπη τους επάγγελμα και είναι πλήρεις και ευτυχισμένοι με ελάχιστα λεφτά.
Με την Βαρβάρα δώσαμε ραντεβού το μεσημέρι της Δευτέρας για καφέ. Δηλαδή αυτή δεν πίνει καφέ. Είναι σε μια μόνιμη διέγερση από τα σχέδια και τις εκκρεμότητες, πάντοτε απείρως περισσότερες από όσες μπορεί ένα μυαλό να διαχειριστεί. Πίστευα ότι θα αργήσει αλλά ήταν εκεί ακριβώς στην ώρα της.
Αν δεν την έχετε δει στα 30 εκατοστά να υποδύεται έναν ρόλο, όπως συχνά αγαπά να παίζει θέατρο η Βαρβάρα, δεν μπορείτε να καταλάβετε για τι φιγούρα μιλάμε. Μαλλί μαύρο πένθιμο, δέρμα κατάλευκο, λιπόσαρκο στα χέρια και μάτια που κοιτούν πίσω από τα δικά σου, στο παρελθόν.
Λένε για τους καλλιτέχνες ότι είναι εγωκεντρικοί. Η Βαρβάρα είναι αυτοσαρκαστική. Ξέρει τα κουσούρια της, τα αγαπάει. Προτιμά να είναι αντιεμπορική παρά μακριά από τα θέλω της. Προτιμά να είναι αντικοινωνική παρά να προκαλέσει αργότερα απογοήτευση.
Δεν σας την συστήνω σαν ένα πρόσωπο που ξέρω καλά. Περισσότερο τα υποψιάζομαι αυτά που σας γράφω. Από την άλλη για ένα είμαι σίγουρος: πως τα άτομα που κάνουν αυτό που αγαπούν, που αρνούνται επαγγελματικές ευκολίες και δημοσιοσχεσίτικες πρακτικές, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας και το respect όλων μας σε βάθος χρόνου.
Αρχικά την ρωτάω για το alter ego της, την Μαρία Ράπτη και αρχίζει αμέσως να μιλά. Δεν έχω βγάλει ούτε το μπουφάν, η παραγγελία της σοκολάτας αργεί, πατάω rec στο κινητό και την προλαβαίνω να λέει:
«Κάθε φορά που μου ‘ρχεται μια ιδέα, τη λέω στη Μαρία κι αυτή μου απαντά: ξέρω πάρα πολύ καλά τι εννοείς. Αρχίζουμε λοιπόν να την συζητάμε, να την αναπτύσσουμε και η Μαρία την γράφει καταπληκτικά…»
Αυτό το «καταλαβαίνω πολύ καλά τι εννοείς», πόσο πολύτιμο είναι αλήθεια…
«Εγώ, ίσως και λόγω ηλικίας πλέον, έχω στη ζωή μου μόνον τέτοιους ανθρώπους, που μπορώ να τους καταλαβαίνω και να με καταλαβαίνουν με την πρώτη. Και στο «Θέατρο του Αλλοτε» όλοι οι συνεργάτες μου τέτοιοι είναι γιατί, καλώς ή κακώς, είμαι πολύ απαιτητική και σκληρή. Εννοώ αυτό που λέω, δεν λέω τίποτα περιττό, δεν μου αρέσουν καθόλου οι τζάμπα κουβέντες και θεωρώ τον χρόνο όλων μας πολύτιμο. Η Μαρία Ράπτη, λοιπόν, είναι στην πρώτη τριάδα των ανθρώπων που είναι στο ίδιο μήκος κύματος με μένα και με καταλαβαίνουν απόλυτα».
Το είχες από μικρή το «μικρόβιο» με το θέατρο;
«Στην αρχή δεν είχα σκοπό να γίνω ηθοποιός ή να σκηνοθετώ. Ημουν ένα πολύ συνεσταλμένο παιδί. Με ρωτούσαν πώς με λένε κι έβαζα τα κλάματα. Μετά κάτι έγινε μέσα μου και άρχισα να αναπτύσσομαι διαφορετικά. Πήγα σε μια θεατρική ομάδα που θεώρησα ότι θα μου φτιάξει λίγο τη φωνή, το σώμα κι όλα αυτά και ανακάλυψα κομμάτια μέσα μου που δεν τα ήξερα. Δεν ήμουν παιδί που στεκόμουν με την βούρτσα στον καθρέφτη, δεν μου άρεσε ποτέ η έκθεση, ούτε και τώρα μου αρέσει. Δε θα με δεις να υπερεκτίθεμαι στη Θεσσαλονίκη. Ούτε σε πρεμιέρες πηγαίνω, ούτε συχνάζω σε καλλιτεχνικά στέκια, ούτε κάνω παρέα με ηθοποιούς. Δεν μου αρέσουν αυτές οι φανφάρες καθόλου».
Εάν δεν γινόσουν ηθοποιός ή αν για κάποιο λόγο το σταματήσεις, τι θα ήθελες να κάνεις;
«Τα 22 χρόνια που ασχολούμαι με το θέατρο, μού δημιουργούν ένα παραπέτασμα που δεν μου επιτρέπει να δω τι θα μπορούσα να έκανα πέρα από αυτό. Αν, δεν ξέρω, παρ ελπίδα, γινόταν κάτι και έπρεπε να σταματήσω, νομίζω πως θα ήθελα να κάνω ανταποκρίσεις σε εκπομπές όπως το VICE, να γνωρίζω καινούριους πολιτισμούς και κουλτούρες, να τρώω χάλια φαγητά και να γνωρίζω ανθρώπους. Επίσης θα μπορούσα να βοηθήσω εθελοντικά ανθρώπους ή ζωά μέσω οργανισμών. Σε κάθε περίπτωση να κάνω μια δουλειά εκτός. Δε θα μπορούσα να δουλέψω υπάλληλος γραφείου με τίποτα».
Στη δουλειά σου δεν κάνεις ένα μόνον πράγμα. Βασικά δεν ξέρω αν αφήνεις και κανέναν άλλον να κάνει πράγματα. Είσαι «κάθετη μονάδα παραγωγής»!
«Πολυεργαλείο. Εξ ανάγκης τα κάνω όλα γιατί μου αρέσει να έχω τον έλεγχο όλων των πραγμάτων. Θέλω να τρέχω εγώ, να κάνω τις δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο, να έχει τη δική μου αισθητική η εικόνα που βγαίνει προς τα έξω για το «Θέατρο του Αλλοτε». Η αισθητική είναι το πρώτο και το τελευταίο πράγμα που έχει σημασία στη δουλειά μας. Μού παίρνει, βέβαια, πολύ χρόνο όλο αυτό και πολλές φορές γκρινιάζω. Μάλιστα κάποιες φορές αναθέτω δουλειές στους συνεργάτες μου και μετά από πέντε μέρες τις ξαναπαίρνω πίσω. Ετσι είμαι…»
Τώρα με την κρίση, δεν νιώθεις τη δουλειά σου, την Τέχνη, ακόμα πιο απαραίτητη για τον κόσμο;
«Η Τέχνη πάντα βοηθά τους ανθρώπους στα μεγάλα τους ζόρια και γι αυτό ανθίζει σε εποχές δύσκολες. Πάντα, ως καλλιτέχνης, ψάχνεσαι, για να μην πω στην δυστυχία, περισσότερο μακριά από την ευτυχία».
Με την Αννα Μαρία βρήκαμε μια άλλη λέξη που χαρακτηρίζει το περιεχόμενο των τελευταίων έργων σου: την απώλεια.
«Η απώλεια με αφορά πάρα πολύ. Το συναίσθημα δηλαδή που προκαλεί η απώλεια και ο θάνατος. Πολλοί με ρωτούν: βρε Βαρβάρα γιατί όλο τέτοια έργα, λυπήσου μας. Στο χωριό όλοι οι συγγενείς συνήθως ρωτάνε τα κορίτσια πότε θα παντρευτούν, εμένα με ρωτάνε πότε θα κάνω καμιά κωμωδία. Αυτό από μόνο του δηλώνει μια αγάπη μου αλλά και μια ανάγκη. Για να βγεις στο φως πρέπει να σκάψεις, δεν βγαίνεις πετώντας. Αυτό το σκάψιμο θα σε κάνει να είσαι για λίγο καιρό στο αθέατο κομμάτι του κόσμου, στο σκοτάδι αλλά αυτό δεν είναι κακό και θέλω να το εμφυσήσω και στους θεατές ως μια μύηση. Πώς, ας πούμε, στα Ελευσίνια μυστήρια τους έβαζαν σε εκείνη την τρύπα για τρεις ημέρες χωρίς νερό, χωρίς φαγητό για να έρθουν σε επαφή με τους δαίμονές τους και να τους νικήσουν; Κάπως έτσι θεωρώ τις παραστάσεις από το «Θέατρο του Αλλοτε». Μια μύηση στο ότι δεν χρειάζεται πάντα να είμαστε ευτυχισμένοι ή να ψάχνουμε την ευτυχία στα δεδομένα πράγματα».
Βλέποντας το Μπενσουσάν Χαν, αυτό το εκπληκτικό κτίριο άλλων αιώνων στην πάνω πλευρά στα Λαδάδικα αναρωτιέμαι: δεν θα μας ζητήσουν το λόγο όλα αυτά τα κτίρια που γκρεμίσαμε για να φτιάξουμε τη Θεσσαλονίκη μετά το 1950;
«Σε όλη την Ελλάδα συνέβη αυτό. Αυτό το αρχιτεκτονικό τέρας που δημιουργήσαμε, ήταν ένα μακελειό. Καταστρέψαμε όποιο όμορφο κτίριο υπήρχε κι αν δεν το καταστρέψαμε, το αφήσαμε να ρημάζει και να στοιχειώνει. Χτίσαμε απαίσιες, άθλιες κατασκευές για να στεγάσουμε άσχημα σπίτια, γραφεία, ακόμη και σχολεία. Πραγματικά πιστεύω πως τα κτίρια κάποτε θα μας ζητήσουν το λόγο. Ελπίζω να πέσουν να μας πλακώσουν».
Δε σου κρύβω πως βλέποντας το «Κορίτσι μέσα στο σπίτι» ένιωσα ότι το σπίτι είναι ήδη κατεστραμμένο και το κορίτσι είναι μέσα στα ερείπια…
«Αυτό συμβαίνει τώρα. στο «Αγόρι μέσα στο σπίτι». Ενώ το κορίτσι το βλέπουμε να ζει μέσα σε ένα πιο κανονικό περιβάλλον με τα κομοδίνα του και με τα κεριά του, στο αγόρι συνειδητοποιούμε πως το κορίτσι δε ζούσε έτσι όπως νόμιζε αλλά μέσα σε ένα ερείπιο χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Αυτό υπάρχει στο σκηνικό του αγοριού…»
Υπάρχουν σήμερα πολλοί άνθρωποι που, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, ζούνε σε ερείπια και μάλιστα με την ανάμνηση – ψευδαίσθηση μιας παλιάς πετυχημένης ζωής. Το βλέπεις αυτό στο κοινό;
«Αυτό που βλέπω στους θεατές είναι τα λυπημένα μάτια τους. Ακόμη κι αν δεν έχουν ζήσει κάτι τόσο δυνατό, έχουν ζήσει κάτι παρόμοιο. Ολοι οι άνθρωποι έχουν χάσει κάτι, ενδεχομένως και απλά υλικά αγαθά που είχαν παλαιότερα και τώρα ζουν σε χειρότερες καταστάσεις. Απώλεια είναι κι αυτή. Εγώ σκέφτομαι πολύ έντονα τους ηλικιωμένους και νιώθω πως και γι αυτούς είναι η συγκεκριμένη παράσταση. Τους κλεισμένους και ξεχασμένους μέσα στα σπίτια τους ανθρώπους που αναπολούν την παλιά ζωή τους. Με αφορά τι νιώθουν αυτοί οι άνθρωποι. Το σκέφτομαι και για τον εαυτό μου έντονα: ότι θα έρθει κάποια στιγμή μετά από όλα όσα θα έχω κάνει που θα πάω να περάσω ένα πεζοδρόμιο και θα έρθει ένα νέο παιδί και θα μου πει: άντε κυρά μου φύγε από εδώ που θέλεις να κάνεις και βόλτες…
Η συμπεριφορά της κοινωνίας στην τρίτη ηλικία δείχνει και το επίπεδό της…
«Οι περισσότεροι δείχνουμε μια απαξίωση στην τρίτη ηλικία. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πως και εμείς θα φτάσουμε, αν είμαστε τυχεροί, εκεί. Οι άνθρωποι που προσπερνάμε έτσι ή που ξεχνάμε στα σπίτια τους, είχαν μια κανονική ζωή, ήταν όμορφοι και έξυπνοι, πετυχημένοι και δημιουργικοί, ζωντανοί. Βλέπουμε το γήρας και ξεχνάμε την ζωή που μπορεί να έχει ζήσει αυτός ο άνθρωπος. Εγώ αυτό το θεωρώ τραγικό και θα ήθελα, αν μπορούσα με κάποιον τρόπο, να εμφυσήσω στους ανθρώπους το να ρίχνουν μια ματιά δίπλα τους σε όσους είναι μεγαλύτερης ηλικίας. Να πιάνουν μια κουβέντα, να τους βοηθούν και να τους στηρίζουν σε κάτι».
Εχεις αυτόν τον φόβο, μήπως και μείνεις μόνη στη ζωή σου;
«Ολοι τον έχουμε. Δεν είμαι και η σούπερ κοινωνική γυναίκα, δε θα με δεις με κόσμο. Εχω δυο τρεις φίλους και τίποτα περισσότερο, ωστόσο ελπίζω πως πάντα θα έχω κάποιους ανθρώπους για μια κουβέντα, ένα κρασί. Σίγουρα το γεγονός πως δεν έχω παιδιά ακόμη ή δεν είμαι παντρεμένη, με κάνει να σκέφτομαι πως μπορεί να δημιουργηθεί ένα μέλλον που να με ζορίσει, αλλά είναι πράγματα που δεν μπορείς να τα διαλέξεις ή να τα προγραμματίσεις εσύ. Είναι η τύχη, η μοίρα, το σύμπαν… Αυτά ορίζουν το μέλλον σου».
Τι άλλο θέλεις να κάνεις στο θέατρο;
«Απειρα πράγματα θέλω να κάνω κι έχω πάντα πολύ λίγο χρόνο για να τα χωρέσω. Θα ήθελα πολύ η κάθε μέρα να έχει τρία 24ωρα. Τώρα, ας πούμε, έχουμε στα σκαριά το καινούριο έργο μας που θα ανέβει κι αυτό στο «Μπενσουσάν Χαν» κι έχει να κάνει με τον εξορκισμό. Θα είναι ένα σκληρό, σκοτεινό, τρομακτικό έργο…»
Αρα πάλι δε θα κάνεις κωμωδία;
«Οχι!»
Ελπίζω να μην περάσουν κάποιο από τα έργα για κωμωδία…
«Κι εγώ το ελπίζω… Μέχρι τώρα δεν έχει συμβεί αυτό. Εχει τύχει να έρθουν θεατές ευδιάθετοι από αλλού για να δούνε μια παράσταση με ζωηράδα αλλά τους κόπηκε το γέλιο… Το δικό μας το θέατρο άλλωστε έχει μια σφραγίδα του στυλ δε θα περάσετε καλά».
Και παίζεις και πολύ κοντά με όλους τους θεατές. Εκπληκτικό αυτό…
«Παίζουμε στους δέκα πόντους από τους θεατές. Ακούμε τις ανάσες τους. Μια μέρα μια θεατής μού είπε: έβλεπες το αστέρι και είχαν σηκωθεί όλες οι τρίχες από το χέρι σου… Οταν μπορεί ο θεατής να δει ότι αναριγώ παίζοντας, εγώ δε χρειάζομαι τίποτ’ άλλο ως ανταμοιβή».
Τι άλλο σχεδιάζεις φέτος;
«Μετά τον «Εξορκισμό», που θα ανέβει τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου στο Μπενσουσάν Χαν, ετοιμάζουμε ξανά τον «Κάτω Κόσμο» που θα ανέβει στο «θέατρο Αυλαία» τις Τετάρτες και τις Πέμπτες του Μαΐου και έχουμε και κάποια σχέδια για τον Οκτώβρη αλλά δεν είναι ανακοινώσιμα γιατί είμαστε ανάμεσα σε δύο έργα. Το ποιο θα πάει πρώτο δεν το ξέρουμε ακόμη. Ολο το καλοκαίρι θα έχουμε επώδυνες πρόβες και επίπονες».
Λεφτά βγάζεις;
«Οσο πιο μεγάλη ομάδα έχεις, τόσο λιγότερα χρήματα παίρνεις. Παραγωγή κάνουμε μόνοι μας, ως «Θέατρο του Αλλοτε» και έχουμε μπει πολλές φορές μέσα».
Αυτό τι σημαίνει, ότι τρώτε την προίκα σας;
«Κάπως έτσι. Εντάξει δεν κάνουμε τόσο μεγάλες παραγωγές. Επίσης έχουμε αποκτήσει μια ειδίκευση στο πώς μπορούμε να κάνουμε με λίγα χρήματα ωραίες παραγωγές. Ο «Κάτω κόσμος», ας πούμε, που ανέβηκε πριν μερικούς μήνες, μπήκε μέσα. Ημασταν κι ένα σωρό άνθρωποι εκεί. Σύνολο 13 άτομα. Τώρα, στο «Κορίτσι μέσα στο σπίτι» και στο «Αγόρι μέσα στο σπίτι», βγάλαμε κάποια χρήματα γιατί είμαστε λίγοι. Τρεις άνθρωποι. Επίσης στον «Ματωμένο γάμο», παρ΄ότι ήμασταν 11 άτομα, βγάλαμε χρήματα, δηλαδή, μην φανταστείτε τίποτα μεγάλο, απλώς πληρώθηκαν οι ηθοποιοί. Εμείς δεν έχουμε πάρει ποτέ κάποια επιχορήγηση κι ό,τι κάνουμε το κάνουμε με δικές μας δυνάμεις».
Τι είδες στο θέατρο αυτόν τον καιρό και σου άρεσε;
«Μου άρεσε πολύ η «Αναφορά στον Γκρέκο», του Καζαντζάκη, που ανέβασε ο Τάκης Χρυσικάκος γιατί είδα ένα άλλο πρόσωπο του ηθοποιού, πολύ ενδιαφέρον. Το είχα δει πριν λίγο καιρό στη Θεσσαλονίκη. Τώρα ξανάρχονται, αν ενδιαφέρεται κάποιος να το δει θα παίζει όλο τον Φεβρουάριο στο Αυλαία. Εχουν πάρει και το τραπέζι μου από τον «Ματωμένο Γάμο» και τον «Κάτω Κόσμο». Είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό έργο και ο Χρυσικάκος έκανε μια ωραία στροφή στην καριέρα του. Είναι αυτό που θέλω να νιώθω στο θέατρο. Οι λέξεις του με χτυπούσαν. Ετρωγα χαστούκια».
Για πες μας τώρα για την μετάβαση στο «Αγόρι μέσα στο σπίτι». Τι θα δούμε;
«Οταν ανεβάσαμε το «Κορίτσι μέσα στο σπίτι» μας ρωτούσαν οι θεατές πότε θα κάνουμε το «Αγόρι». Αν θυμάστε, στο τέλος του έργου για 30 δευτερόλεπτα εμφανίζονταν και το αγόρι. Εμείς αρχικά δεν είχαμε αυτήν την πρόθεση. Δεν είναι και τόσο συνηθισμένο να υπάρχει σίκουελ σε θεατρικό έργο. Ηταν όμως τόσο έντονη η προτροπή να το κάνουμε που είπαμε με τον Δημήτρη, γιατί όχι… Ας δώσουμε μια φορά στο κοινό αυτό που μας ζητάει. Μια ζωή τους ταλαιπωρούμε, τους κακοποιούμε!. Είπαμε λοιπόν στην Μαρία να γράψει το κείμενο κι αυτή έκανε μια καταπληκτική δουλειά. Τώρα το κοινό μας δίνει ένα feed back ενθουσιώδες. Οτι δηλαδή επιτέλους ολοκληρώθηκε η ερωτική ιστορία βλέποντας και τη δική του θλίψη και απελπισία. Κάθε φορά που το αγόρι μιλούσε, το κοινό έτρεχε πίσω με τη μνήμη του και έκανε την σύνδεση με το κορίτσι».
Αυτό είναι δηλαδή το έργο; Η εκδοχή του ίδιου έρωτα από το αγόρι;
«Ναι, ο Δημήτρης Βασιλειάδης ενσαρκώνει τον ρόλο, εγώ κάνω το κορίτσι που περιφέρεται μέσα στο σπίτι κι ο Δημήτρης μιλάει γι αυτό. Εκείνος το βλέπει, το κορίτσι δεν μπορεί να τον δει κι αυτό είναι το τραγικό του έργου που έχει ένα ωραίο, ένα ενδιαφέρον τέλος…»
Info
Θέατρο του ‘Αλλοτε
Το Αγόρι μέσα στο Σπίτι
(Σκοτεινός ερωτικός μονόλογος)
”Δεν μου αρέσει που είστε εδώ. Δεν είναι ευγενικό, το ξέρω, άλλωστε εκείνη σας καλεί κάθε φορά, αλλά δεν μου αρέσει που είστε εδώ. Η παρουσία σας σ’ αυτό το σπίτι επιβεβαιώνει απλώς την απόλυτη μοναξιά της. Επιβεβαιώνει την απόλυτη απουσία μου. Κάνει πιο πραγματικό αυτό που συνέβη κι έτσι κάθε φορά που έρχεστε εδώ, εγώ το ζω κάθε φορά, πάλι και πάλι. Πόση καταδίκη μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος; Πόση κόλαση μπορούμε να στηρίξουμε στη ραχοκοκαλιά μας; Σας το λέω εγώ: άπειρη. Στη πραγματικότητα δεν έχουμε όρια, γιατί δεν έχουμε, δυστυχώς, καμία επιλογή. Δεν υπάρχει μέτρο, ούτε τέλος για τη φρίκη.
Δεν υπάρχει τέλος για τον πόνο.”
Σύλληψη – Σκηνοθεσία: Βαρβάρα Δουμανίδου
Κείμενο: Μαρία Ράπτη
Αγόρι: Δημήτρης Βασιλειάδης
Κορίτσι: Βαρβάρα Δουμανίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Βασιλειάδης
Σκηνικά αντικείμενα: Ανθοπωλείο Μη Με Λησμόνει
Σχεδιασμός κοστουμιού: Κατερίνα Αμπρικίδου
Κατασκευή κοστουμιού: Μάγδα Παπανικολάου
Αφίσα: Φωτεινή Φιλοξενίδου
Φωτογραφίες: Νίκος Γκάρας
Promo trailer: Τόμης Βρακάς
Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου στις 21:00
Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου στις 21:00
Σάββατο 4 Φεβρουαρίου στις 21:00 και στις 23:00
Κυριακή 5 Φεβρουαρίου στις 20:00 και στις 22:00
Στο Μπενσουσάν Χαν Εδέσσης 6 (‘Ανω Λαδάδικα)
Λόγω της περιορισμένης χωρητικότητας ο αριθμός των θεατών δεν ξεπερνά τα 30 άτομα.
Τηλέφωνο κρατήσεων: 6936536383
Γενική είσοδος: 10 ευρώ
Διάρκεια παράστασης 60 λεπτά
https://www.facebook.com/events/370510513308371/?active_tab=about