Οι επιτυχίες που έχει γράψει στην Μάρθα Φριντζήλα και τα «διαμάντια» που ερμηνεύει ο ίδιος
Συνέντευξη: στην Κική Μουστακίδου
’’Βόηθα, Θεέ μου, να ‘ναι το συσσίτιο αρκετό,
μαλακός ο βούρδουλας στην πλάτη.
Βόηθα κι εσύ διάολε στο νερό σαν θα ριχτώ,
να ‘ναι οι καρχαρίες σου χορτάτοι.’’
Κάπως έτσι έγινε η πρώτη μου γνωριμία με την μουσική του Θέμου Σκανδάμη. Περπατώντας την Τσιμισκή με ακουστικά, κοιτώντας τις ακριβές τιμές στις βιτρίνες και ακριβώς δίπλα τους επαίτες. Χ χρονιά μέσα στην κρίση, κανείς δεν μετράει πια. Το ραδιόφωνο έπαιξε τους «Κωπηλάτες» και ξαφνικά στο μυαλό μου κλείδωσε ως το soundtrack μιας ολόκληρης γενιάς. Στο ίδιο τραγούδι, ακούγεται ο Νίκος Καρούζος να απαγγέλει το ποίημά του «Διάλογος πρώτος». Αποκαλυπτική στιγμή.
Από τότε παρακολουθώ τις καλλιτεχνικές κινήσεις του τραγουδοποιού, ερμηνευτή και – σχεδόν – περφόρμερ επί σκηνής Θέμου Σκανδάμη. Συνοδεύω τις καλές μέρες μου με κομμάτια του όπως οι «Αλκυονίδες μέρες», οι «Φουστίτσες», η «Κλεψύδρα». Βουτάω τις λύπες μου στις «Δουλειές του Διαβόλου». Τραγουδάω δυνατά μόνη μου τον δίσκο που έχει γράψει στην Μάρθα Φριντζήλα: την «Λεπτομέρεια», τον «Πόλεμο χαρακωμάτων», τον «Αύγουστο στην Αθήνα».
Αυτό το καλοκαίρι, θα γυρίσει την Ελλάδα μαζί με τον Διονύση Σαββόπουλο, με αφορμή την συμπλήρωση πενήντα χρόνων από την πρώτη κυκλοφορία του ιστορικού βινυλίου «Φορτηγό» του μεγάλου συνθέτη. Στην στάση που έκανε στην Θεσσαλονίκη δώσαμε ραντεβού στο Σάρωθρον για να τα πούμε από κοντά και να συλλάβουμε λίγη από την αύρα και το ταπεραμέντο του.
Το αποτέλεσμα ήταν μια κουβέντα άμεση και ιδιαζόντως φιλοσοφική και μια φωτογράφηση ανορθόδοξη, κυριολεκτικά πάνω στο ηχείο του μαγαζιού. Άλλωστε, ο Θέμος είναι απρόβλεπτος και είναι και αυτός ένας από τους λόγους που μας έχει κερδίσει.
Θυμάσαι ποιο ήταν το πρώτο σου τραγούδι ever;
Το πρώτο μου τραγούδι ever ήταν το «είμαστε φάλτσοι», το οποίο το είχα γράψει σε μια ηλικία που ούτε θυμάμαι. Έρχονταν κάτι φίλοι των γονιών μου και μαζί με την κόρη τους, κάναμε ένα ψευτοtalent show. Πηγαίναμε και παρουσιάζαμε τα τραγούδια μας στους γονείς, οι οποίοι συζητούσαν πολιτικά στο σαλόνι. Μας είχαν κάνει δώρο κάτι μελόντικες, αυτές τις πορτοκαλί με τα χρωματιστά πλήκτρα και απλά φύσαγα όσο πιο δυνατά μπορούσα, πατώντας στην τύχη πλήκτρα κι έλεγα «είμαστε φάλτσοι, ταν ταν ταν, είμαστε φάλτσοι»! Είχα μια πανκ αίσθηση από τότε.
Αυτοί ήταν όλοι στίχοι;
Αυτό ήταν όλο το τραγούδι, αλλά είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Είχε κερδίσει σε εκείνον τον διαγωνισμό (γέλια). Αν θέλεις κάτι πιο σοβαρό, το πιο παλιό τραγούδι, το οποίο έχει κυκλοφορήσει κιόλας, πρέπει να είναι ο «Πόλεμος χαρακωμάτων» που τραγουδάει η Μάρθα στον δίσκο. Το είχα γράψει στα είκοσί μου.
Μικρός ήθελες να γίνεις δημοσιογράφος, μεγαλύτερος πέρασες Αγγλική Φιλολογία αλλά την άφησες… Είσαι αυτό που λέμε γεννημένος καλλιτέχνης;
Δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό. Αυτό είναι το πρωθύστερο της μοίρας. Γίνεσαι κάτι και σιγά σιγά όσο γίνεσαι, φαίνεται σαν να έπρεπε να γίνεις αυτό. Οπότε δεν ξέρεις τι είσαι γεννημένος, είμαστε όλοι γεννημένοι πλάσματα με άπειρες δυνατότητες και πιθανότητες. Τελικά, οι επιλογές που κάνουμε δημιουργούν μια αίσθηση μοίρας. Όπως είμαστε το αποτέλεσμα μιας απίθανης τυχαιότητας, έτσι συνεχίζει και μέσα στη ζωή να συμβαίνει αυτό. Είναι ένας από τους δρόμους που πήρα και πηγαίνω.
Εσύ πώς εξέλιξες αυτόν τον δρόμο και αυτές τις δυνατότητες; Ήσουν αυτοδίδακτος;
Κυρίως αυτοδίδακτος είμαι. Είχα βέβαια δασκάλους, τον Βασίλη τον Μαντζούκη ας πούμε. Του έδειχνα κάποια πράγματα, με βοηθούσε, αλλά δεν ήταν δάσκαλος με την έννοια ότι έκανα μαθήματα αλλά με την έννοια που φτιάχνεις εσύ τους δασκάλους σου. Διαλέγεις ποιους θέλεις να συμβουλευτείς. Όπως με τον Σαββόπουλο, ήταν πάντα δάσκαλός μου χωρίς να έχουμε συναντηθεί. Τώρα που συνεργαζόμαστε κιόλας, βλέπω πώς το κάνει.
Ποια είναι τα πράγματα που σε κάνουν να πιάνεις χαρτί, μολύβι και κιθάρα;
Η ομορφιά όπως παρουσιάζεται στον κόσμο. Τα κορίτσια είναι πρώτα από όλα, αλλά τα κορίτσια είναι ένας από τους τρόπους που διαλέγει η ομορφιά να εμφανιστεί στον κόσμο. Είναι διάφορα σημεία μιας πραγματικότητας που τρέχει παράλληλα με αυτήν που θεωρούμε κανονική. Κάποιες στιγμές που είναι σαν ο χρόνος να κάνει παύση και να ανοίγει μια μικρή χαραμάδα ομορφιάς και συνολικής αίσθησης των πραγμάτων.
Αυτήν την πραγματικότητα που τρέχει παράλληλα θέλεις να περάσεις στον κόσμο μέσα από τα τραγούδια σου;
Ναι, είναι σαν να θες να το δείξεις για να σιγουρευτείς ότι υπάρχει και για να το μοιραστείς. Αυτό που το λέει πολύ ωραία ο Σαββόπουλος στην παράσταση: «το θαύμα αν δεν το μοιραστείς είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ». Στην ουσία αυτό κάνουμε είναι σαν να λες «το είδα, ήταν εκεί!». Για να τους πείσεις μετά ότι υπάρχει αυτή η ιδέα, αυτή η εικόνα, πρέπει να το κάνεις τέχνη, πρέπει να μάθεις να το περιγράφεις με τρόπο πειστικό. Σαν να το έχει δει και ο άλλος, σαν να το έχει ζήσει κι ο άλλος. Ψάχνεις τον τρόπο να μεταδώσεις ένα θαύμα.
Με έναν τρόπο, αν κάποιος ακούσει όλα τα τραγούδια σου είναι σαν να ξέρει χρόνια. Δεν κρύβεσαι δηλαδή πίσω από τις λέξεις, φανερώνεσαι μέσα από αυτές.
Είναι η επιδίωξή μου αυτή. Προσπαθώ να αποκαλύψω και τον εαυτό μου στον εαυτό μου με έναν τρόπο, γιατί η ίδια γλώσσα μας περιέχει περισσότερο παρά την χειριζόμαστε. Την ώρα που την επεξεργάζεσαι, που ψάχνεις τι θα πεις και πώς θα το πεις και το εκφέρεις, τελικά αποκαλύπτεσαι και εσύ ο ίδιος.
Άρα, φαντάζομαι έτσι όπως περιγράφεις την σχέση σου με την γλώσσα δεν θα μπορούσες να γράψεις κάτι στα αγγλικά.
Έχω γράψει κάτι στα αγγλικά και μετά το μετέφρασα στα ελληνικά. Μετέφρασα τον εαυτό μου, πολύ αστείο. Είναι το «Ζαρκάδι», το οποίο θα είναι στον καινούργιο δίσκο. Έχω μεταφράσει ένα του Λέοναρντ Κοέν, το «Bird on a wire», το οποίο υπάρχει μόνο στο YouTube. Φαίνεται μου άρεσε αυτή η διαδικασία και το έκανα και στον εαυτό μου.
Κατά την γνώμη μου, οι «Κωπηλάτες» είναι το τραγούδι ορόσημο για την γενιά της κρίσης. Εσύ κυκλοφόρησες τον πρώτο σου δίσκο, το «Μακροβούτι» το 2008 και τώρα σε λίγο θα κυκλοφορήσεις τον τέταρτο δίσκο σου. Νιώθεις ότι ζούμε σε λάθος εποχή;
Αυτή είναι η αίσθηση που έχουμε όλοι αυτόν τον καιρό, ακριβώς επειδή είναι δύσκολα τα πράγματα. Όμως υπάρχει ένα οξύμωρο σε αυτό. Ζεις στην εποχή που σου έτυχε να ζήσεις. Αναγκαστικά ζούμε στην σωστή εποχή, γιατί είναι η μόνη στην οποία μπορούμε να ζήσουμε. Είναι λάθος βέβαια να θεωρούμε ότι ο χρόνος είναι ένα ευθύγραμμο πράγμα που έχει αρχή, μέση, τέλος και κινείται σε μία γραμμή. Ο χρόνος είναι σαν μία επιφάνεια. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συνυπάρχουν ανά πάσα στιγμή μέσα μας και γύρω μας. Εγώ το βλέπω κιόλας, δεν είμαι ακριβώς αυτής της εποχής. Είμαι λίγο παλιότερος. «Το σήμερα αύριο θα είναι χθες και εμείς στις χαραμάδες εραστές»…
Το 2011 κυκλοφόρησε ο δίσκος «Η Μάρθα Φριντζήλα τραγουδά Θέμο Σκανδάμη». «Λεπτομέρεια», «Αύγουστος στην Αθήνα», «Πόλεμος Χαρακωμάτων» και άλλα διαμάντια. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Με την Μάρθα ήμασταν φίλοι και ήταν και δασκάλα μου στο θέατρο και την τέχνη πολλά χρόνια. Μέσα από αυτή την φιλία, ένα κοινό μας στοιχείο ήταν η αγάπη μας για το τραγούδι και δη για τα παλιά ρεμπέτικα και λαϊκά. Κάποια στιγμή, μεταξύ σοβαρού και αστείου, λέει η Μάρθα «να κάνεις τον Λοΐζο, να κάνω την Χαρούλα». Το εννοούσε όμως, «γράψε, θα τα πω». Μέσα σε δυο βράδια είχα γράψει τρία τραγούδια από τον ενθουσιασμό μου.
Το χιούμορ τι ρόλο παίζει στη ζωή σου και στην μουσική σου;
Καταλυτικό. Δεν αντέχω τη ζωή χωρίς το χιούμορ. Δεν αντέχω τους ανθρώπους χωρίς το χιούμορ. Δεν αντέχω την τέχνη χωρίς το χιούμορ. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει μεγάλο έργο τέχνης χωρίς το χιούμορ ως βασικό συστατικό. Ο άνθρωπος που δεν βλέπει τη ζωή με χιούμορ, δεν μπορεί να βρει την ματαιότητά της, την άλλη πλευρά. Με άλλα λόγια, το χιούμορ γεφυρώνει την απόσταση μεταξύ του κόσμου όπως είναι και όπως θα θέλαμε να είναι.
Ο έρωτας απασχολεί το έργο σου, και κυρίως αυτό το κυνηγητό του «θέλω – δεν θέλεις», «θέλεις – δεν θέλω». Συγχρονίζονται ποτέ οι επιθυμίες των ανθρώπων;
Μερικές φορές συγχρονίζονται. Κι όταν συμβαίνει αυτό, γίνονται αυτά τα θαυματάκια που λες «πω, τι ήταν αυτό; πώς έγινε;». Όλος ο αγώνας στο ενδιάμεσο είναι που έχει το ενδιαφέρον και μπορείς να τον περιγράψεις και έχει ζουμί. Είναι σαν τις ταινίες του Γούντι Άλεν, ψάχνονται οι άνθρωποι, ψάχνονται να βρεθούνε και να αγαπηθούνε. Και αυτός ο αγώνας («Αγάπης αγώνας άγονος» δεν λέει ο Σαίξπηρ;) είναι κάτι πολύ ενδιαφέρον για μένα.
BONUS: Ο Θέμος Σκανδάμης μέσα από (μερικούς) στίχους του
«Η αγάπη δεν είναι μια λεπτομέρεια. Θέλεις κρατιέσαι, θέλεις κρεμιέσαι». Εσύ συνήθως τι κάνεις;
Κρατιέμαι όσο μπορώ από την αγάπη. Πήγα να κρεμαστώ και κανά δυο φορές, ευτυχώς κώλωσα.
«Να ‘χα φτερά να πέταγα ήτανε το όνειρό μου, μα μου ‘λαχε να περπατώ σαν και τον γάιδαρό μου». Ποιο όνειρό σου δεν έχεις κάνει πραγματικότητα;
Να πετάω, να έχω φτερά και να πετάω. Είναι το όνειρό του ανθρώπου, ένα από τα μεγάλα του θέματα. Κοιτάει ψηλά, θέλει να ανυψωθεί, να φτάσει στον ουρανό. Αλλά ταυτόχρονα η γη τον κρατάει κάτω, ο θάνατος, η φύση του. Αυτή είναι η μεγάλη αντίφαση του ανθρώπου.
«Τελευταία πεθαίνουν οι μέρες μου δίχως να κάνουν κρότο». Τι πρέπει να κάνουμε για να ακουστούμε;
Ο καθένας πρέπει, πέρα από το πράγμα που μπορούμε να κάνουμε μαζί, λίγο να βρίσκει το τραγούδι του, τον χορό του, να υπηρετεί την επιθυμία του που δεν είναι απλό. Εδώ μιλάω για το παράπονο των ημερών που φεύγουν χωρίς να κάνουν κρότο. Να πετάξουμε τις τηλεοράσεις όλες, λιγότερες οθόνες, λιγότερη διαμεσολάβηση στις συνεννοήσεις και τις επιθυμίες, λάθος, τρέλα.
«Κι η μοναξιά που έλεγες πως αντέχεις, το μόνο πια, το μόνο πια που έχεις». Η μοναξιά του καλλιτέχνη ισχύει ή είναι απλά ένα κλισέ;
Χωρίς τη μοναξιά δεν μπορείς να φτιάξεις κάτι. Χρειάζεσαι πάρα πολλές ώρες μόνος σου για να φτιάξεις κάτι. Πρέπει να την ευχαριστηθείς αυτή τη μοναξιά για να προκύψει κάτι ωραίο. Αλλά δεν είσαι μόνος γιατί έχεις τα φαντάσματα. Αν αφαιρέσουμε τα φαντάσματα, μένουμε σχεδόν μόνοι μας: αυτό το λέει ο Antonio Porchia.
Info
Ο νέος δίσκος του Θέμου Σκανδάμη με τίτλο «Το σπίτι μου» θα κυκλοφορήσει σύντομα από την Feelgood Records. Έχει ηχογραφηθεί σχεδόν όλος ζωντανά στο στούντιο Sierra με τους: Διονύση Μακρή (κοντραμπάσο), Νίκο Παπαβρανούση (τύμπανα), Μιχάλη Βρέττα (βιολί), Τώνια Ράλλη (φωνητικά, πλήκτρα), Γιώργο Καλούδη, Σωτήρη Λεμονίδη, Βασίλη Κορρέ (μηχανικό ήχου). Συμμετέχει και ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ερμηνεύοντας το τραγούδι «Η μπάρα».
Η σελίδα του Θέμου Σκανδάμη στο facebook