Απομαγνητοφώνηση μιας φανταστικής ραδιοφωνικής εκπομπής…
Συνέντευξη:στην Μαρία Μανζιέρη
Με τον Οδυσσέα Ιωάννου συναντηθήκαμε σε μια φανταστική συνθήκη. Δώσαμε ραντεβού στο στούντιο του «Sarothron Fm» και μοιραστήκαμε ένα ημίωρο εξομολογήσεων και μουσικών διαδρομών, που ο ίδιος επέλεξε. Δεν τόλμησα, ποτέ, να ρωτήσω αν οι επιλογές των τραγουδιών τα κάνουν να ανήκουν σ’ αυτά που ξεχωρίζει. Άλλωστε, ποιος γονιός αγαπάει περισσότερο κάποιο από τα παιδιά του;
Καλώς ανταμώσαμε, λοιπόν. Είμαι ενθουσιασμένη που αφορμή αυτής της συνάντησης στάθηκε η παράσταση «Εννέα και Πέντε», που προσωπικά, λάτρεψα δις, αφού είχαμε την χαρά να την απολαύσουμε για δεύτερη ¨φουρνιά¨ στη Θεσσαλονίκη.
Μακρύ το ταξίδι σας και μεγάλο. Κι όπως κάθε μεγάλο ταξίδι, χρειάζεται την ανάλογη προετοιμασία σε αποσκευές και ψυχικά αποθέματα. Ήσουν επαρκώς προετοιμασμένος γι’ αυτήν την περιπλάνηση;
Ποτέ δεν ξέρεις για το τι είσαι έτοιμος, μέχρι να χρειαστεί να το αποδείξεις. Πάντα αισθάνεσαι πως δεν είσαι έτοιμος και συνέχεια αναβάλεις από φόβο ή περιμένοντας πάντα κάποιες ιδανικές συνθήκες οι οποίες όμως δεν υπάρχουν. Προχωρώντας, δημιουργείς τις συνθήκες.
Με τόση προσωπική εξομολόγηση μέσα από την πορεία σου, να στοιχηματίσω ότι γλίτωσες πολλάκις τους ψυχολόγους;
Σίγουρα! Τόσο το ραδιόφωνο, όσο και τα τραγούδια με βοήθησαν να σχηματοποιήσω, να δώσω μορφή σε όλες τις σκοτεινιές μου και του κόμπους μου. Όταν παίρνουν μορφή αντιμετωπίζονται.. Μπαίνει μία τάξη και αλλάζουν έτσι οι διαστάσεις τους, γίνονται πιο ανθρώπινες, αισθάνεσαι πως είναι πια στα μέτρα σου. Το ίδιο συνέβη και με τα κείμενα της παράστασης.
Σε θυμάμαι κάποτε να λες, πως στο τέλος της ζωής μας πρέπει να έχουμε να πούμε μια ιστορία. Τουλάχιστον αυτό, μία ιστορία. Μέχρι σήμερα, εσύ βρήκες τη δική σου;
Ακόμη την φτιάχνω, ακόμη την ψάχνω. Δεν εννοούσα όμως πως πρέπει απαραιτήτως να είναι η ιστορία της ζωής σου, αλλά μία όμορφη ιστορία που να συγκινεί, να κινητοποιεί, να παρηγορεί. Μπορεί να είναι μια ιστορία που δεν σε περιλαμβάνει αλλά ακούγεται ωραία, ένα παραμύθι.
Έχουμε κι εμείς το δίκιο μας, αλλά κι αυτή η πραγματικότητα, που ξέρει πάντα το τέλος της σκηνής, πώς να της αποδόσεις δικαιοσύνη; Είναι τόσο καλοστημένη η φάρσα της ή μπορούμε να της ξεφύγουμε;
Πρέπει να αποδεχτούμε πως κάποια πράγματα που αντέχουν στο χρόνο, για κάποιο λόγο αντέχουν, κάτι εξυπηρετούν, κάποια ισορροπία την οποία δεν έχουμε ίσως συλλάβει. Εμείς παλεύουμε να αλλάξουμε κάποιες από τις παραμέτρους αυτής της ισορροπίας και να φτιάξουμε μία άλλη πραγματικότητα, η οποία όμως με την σειρά της θα αμφισβητηθεί από τους επόμενους. Έτσι κι αλλιώς η ζωή – το ότι ερχόμαστε, ζούμε και πεθαίνουμε- δεν έχει κανένα νόημα, έχει όμως περιεχόμενο. Ας της το δώσουμε
Αλίμονο σ’ όσους αρνούνται να κατανοήσουν τι είναι αυτό που μας συμβαίνει… Η παράσταση σας είναι ένα καλό μάθημα προς αυτήν την κατεύθυνση, αν και χρειάζεται συνεχείς επαναλήψεις για την αφομοίωση του. Στη δική σου συνείδηση, τι επίδραση είχε αυτό το έργο ως προς την αποδοχή της πραγματικότητας που ζούμε;
Είμαι ο τελευταίος που θα μπορούσε να απαντήσει σε αυτό. Έχω ξαναπεί πως αυτή η παράσταση ξεπέρασε κατά πολύ όχι μόνο τις προβλέψεις μας αλλά και τις προθέσεις μας. Της αποδόθηκαν, της πιστώθηκαν αρετές που δεν τις είχαμε στο μυαλό μας όταν την φτιάχναμε. Όταν είπα σε κάποιο φίλο πως θεωρώ υπερβολική την αποδοχή αυτής της παράστασης, μου απάντησε «το λες αυτό γιατί εσύ δεν την έχει δει ποτέ την παράσταση, από κάτω. Από πάνω, από την σκηνή, δεν μπορείς να το καταλάβεις».
Πολλές φορές, παρακολουθώντας μια πολύ καλή παράσταση, σκέφτομαι… «Να μην το ξεχάσω αυτό. Πρέπει στο τέλος να το θυμάμαι. Κι αυτό. Κι αυτό. Κι αυτό.» Και πάντα, μα πάντα, ξεχνάω… Τι μένει, τελικά, στον θεατή; Μια δυνατή πρόζα ή ένας αφοπλιστικός στίχος μπορεί να μας βοηθήσει να μάθουμε τον εαυτό μας και να τον γνωρίσουμε και σε άλλους;
Με έχει προβληματίσει κι εμένα αυτό, όσον αφορά τα διαβάσματά μου. Έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία αλλά δεν θυμάμαι απέξω κανένα απόσπασμα, και δεν συγκρατώ και αποφθεγματικές φράσεις. Πού έχουν πάει όλα αυτά τα διαβάσματα; Έχουν χαθεί επειδή δεν θυμάμαι φράσεις; Δεν νομίζω. Είναι διαφορετική η λειτουργία. Τα περιέχουμε όλα με άλλον τρόπο. Πολλές φορές είναι ισχυρότερη η αόριστη ανάμνηση ενός αισθήματος από την επί λέξει αναπαραγωγή κάποιων μεγάλων κειμένων.
«Όλα είναι για εμάς», και τα κρίματα και οι χαρές, όλα δικά μας. Όμως εσένα τι σε κρατάει στέρεα στη γη όταν φυσάει κόντρα;
Ο καθένας βρίσκει τα δικά του φάρμακα και η ¨αγωγή¨ είναι αυστηρά προσωπική. Η δημιουργικότητα και κυρίως οι άνθρωποί μου είναι οι ισορροπίες μου. Έχω πολύ καλή σχέση με την μοναχικότητα, αλλά τώρα πια νομίζω πως ο λόγος που τα πάω καλά μαζί της είναι πως ξέρω ότι ανά πάσα στιγμή μπορώ να ενωθώ με ανθρώπους που αγαπάω και με αγαπάνε. Μοναχικός με ασφαλιστικές δικλείδες, τζάμπα μάγκας δηλαδή…
Αντιλαμβάνομαι ότι η τέχνη κινητοποιείται από την χροιά της κοινωνίας και δεν πρόκειται απαραίτητα για μια σχέση αμφίδρομη. Για να μην αλλάξαμε, ακόμα, ριζικά τις πιο νοσηρές πτυχές μας, μήπως δεν φτάσαμε στο τέρμα; Ή τα καύσιμα μας επαρκούν για περισσότερη πτώση;
Έχεις σκεφτεί πως οι νοσηρές πλευρές μας μπορεί να είναι εκείνες που μας κρατάνε ακόμη σε ένα επίπεδο ανθρώπινο; Εννοώ πως συμβαίνει ό, τι συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Αν επιχειρήσεις να αλλάξεις κάποιο ελάττωμα σε κάποιον, δεν μπορείς να υπολογίσεις τι άλλο θα επιφέρει στον χαρακτήρα του αυτή η αλλαγή. Τίποτα δεν είναι αυτόνομο , όλα συνδέονται. Αν με αλλάξεις ως προς αυτό που δεν σου αρέσει, να είσαι έτοιμος να «υποστείς» και μια αλυσιδωτή αντίδραση αλλαγών που δεν είναι προβλέψιμη.
Δηλώνεις γραφιάς και λες ότι «η δουλειά σου είναι να γράψεις και για τη δική μου ζωή και κάπου εκεί να συναντηθούμε». Ταύτιση έργου με βίο ή απλά διασταυρωνόμαστε σε έναν τόπο κοινών εμπειριών, κι έτσι μπορούμε να μιλήσουμε γι΄ αυτό που βιώνει… ο άλλος;
Γοητευτική ακούγεται η ταύτιση έργου με βίο αλλά μπάζει από πάρα πολλές πλευρές. Είναι μία σχέση ομηρίας καλλιτέχνη- ακροατή. Ποιο είναι το όριο αποδοχής και συμφωνίας σου με έναν καλλιτέχνη πέραν του οποίου αισθάνεσαι πως είναι ανακόλουθος ή εσύ προδομένος; Οι εκάστοτε δικές σου απόψεις;. Έχω σταματήσει να το αποζητάω αυτό, και προσπαθώ να μείνω στην αξία της τέχνης του καθενός. Μόνο οι δικοί μου άνθρωποι μπορούν να με προδώσουν όχι οι ξένοι. Γιατί όσο και να αγαπώ το έργο κάποιου καλλιτέχνη, εκείνος μού είναι ξένος, δεν έχει την διαπίστευση να με προδώσει.
«Ο σκοπός του συγγραφέα είναι να εμποδίσει τον πολιτισμό να καταστρέψει τον εαυτό του.» είπε ο Καμύ κι εσύ, ακούσια, κατέχεις μια θέση στο σύνολο των επιδραστικότερων δημιουργών των τελευταίων ετών. Σε κρατάει σε εγρήγορση ή σε αποσυντονίζει η αποδοχή αυτής της ευθύνης;
Δεν την ήξερα αυτή την ωραία φράση παρόλο που ο Καμύ είναι ανάμεσα στους τρεις πιο αγαπημένους μου συγγραφείς (Εδώ αποδεικνύεται αυτό που σου είπα πριν, ότι δεν συγκρατώ φράσεις ακόμη και από τους πλέον αγαπημένους μου). Κάποτε είχα γράψει πως θέλω να διατηρώ το δικαίωμα να απογοητεύσω τους πάντες ανά πάσα στιγμή, εννοώντας πως δίχως αίσθηση ελευθερίας δεν μπορώ να λειτουργήσω και δεν μπορώ να γίνω όμηρος όσων περιμένουν πάντα να ακούσουν συγκεκριμένα πράγματα από μένα. Σαφώς αισθάνομαι πάντα την μεγάλη ευθύνη του δημόσιου λόγου (αυτήν την ευθύνη την αισθανόμουν ακόμη και όταν παρουσίαζα ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο) όμως δεν είμαι ταγός κανενός, είμαι ένας ατελής άνθρωπος που ψάχνει να βρει την άκρη του, γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει καμία άκρη.
Μου λείπει η προηγούμενη γενιά ραδιοφώνου. Εσείς που την πλάσατε, γιατί δεν την διεκδικείτε ξανά;
Η πραγματικότητα έχει πάντα το μισό δίκιο. Τα πράγματα γεννιούνται και πεθαίνουν και πολλές φορές κάτι που εσύ θεωρείς ως μια μάχη που πρέπει να δοθεί, εγώ να θεωρώ πως τελείωσε όμορφα και καλώς έγινε. Αυτή βέβαια είναι μια γενικότερη τοποθέτηση. Όσον αφορά το ραδιόφωνο, τις μάχες μου τις έδωσα στον καιρό μου, δεν έχω κανένα παράπονο και δεν αισθάνομαι σε καμία περίπτωση αδικημένος. Απλά, άλλα πράγματα με καίνε πια.
«Να πάρει Champions League η ΑΕΚ. Να πάρω το μέρος της θεοληψίας.» Εύχεσαι στο “Νερό να γίνεις”. Και πρωτάθλημα ο ΠΑΟΚ, θα πω εγώ. Εικαστική είναι η παρέμβαση, και μόνο. Άλλωστε, η ιστορία έδειξε ότι το ποδόσφαιρο συμπορεύονταν, ανέκαθεν, με το γίγνεσθαι της κάθε κοινωνικής συνθήκης που πέρασε η χώρα μας. Σε προσωπικό επίπεδο, σε ακολουθούσε κι εσένα συχνά μέχρι την πόρτα;
Έχω τρέλα με το ποδόσφαιρο, είναι πάθος. Βλέπω μπάλα και αναστατώνομαι. Είναι και όλη μου η παιδική ηλικία. Μέσα από την μπάλα που έπαιξα μικρός, βρήκα τις πρώτες μου συλλογικότητες, τις πρώτες μου παρέες. Απέχω πια από την ενασχόλησή μου με το ελληνικό ποδόσφαιρο, κουράστηκα να περιμένω ότι κάτι μπορεί να αλλάξει στην χώρα που δεν είναι ικανή ούτε έναν τελικό κυπέλου παρουσία φιλάθλων να διοργανώσει.
Υπογραμμίζω με κόκκινο χρώμα μία εκ των ευχών σου για το 2017: “Να την αγαπάω με τον τρόπο που θέλει. Αυτό.”. Είσαι σίγουρος ότι αντέχεις τόση πολυπλοκότητα;
Μάλλον όχι, αλλά αξίζει να προσπαθήσω. Έτσι κι αλλιώς το τι αξίζει και τι όχι στο καθορίζει πάντα ο άνθρωπος για τον οποίο προσπαθείς.
Νομίζω πως θα είμαι πάντα ένθερμος υποστηρικτής της ακεραιότητας των λέξεων σου. Τα κορίτσια σου και τα μάτια σου! Να ‘σαι καλά!